μονοπυρήνωση

μονοπυρήνωση
Οξεία ίωση, που χαρακτηρίζεται από υψηλό πυρετό, πονόλαιμο, διόγκωση των λεμφαδένων (ειδικά του λαιμού) και ένα μεγάλο αριθμό ανώμαλων λευκών αιμοσφαιρίων.
* * *
η
ιατρ. λευκοκυττάρωση, κατά την οποία κυριαρχεί στο αίμα η αύξηση τών μονοπύρηνων λευκοκυττάρων σε σχέση με τα πολυπύρηνα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κυνάγχη — Φλεγμονή του βλεννογόνου του λεμφικού δακτυλίου του φάρυγγα και ιδιαίτερα των αμυγδαλών. Οφείλεται σε ποικιλία μικροβίων (πυογόνοι κόκκοι, με κυριότερο τον αιμολυτικό στρεπτόκοκκο) και ιών (ο ιός Epstein Barr, που προκαλεί μεταξύ άλλων και τη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”